
Σε ένα περιβάλλον αυξανόμενων επιτοκίων και επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών, η ακόμη ευνοϊκή πιστωτική δυναμική στην Ευρωζώνη είναι απίθανο να διαρκέσει για πολύ περισσότερο, προειδοποιεί η Allianz Research.
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της ΕΚΤ για τον τραπεζικό δανεισμό, μετά από ένα χρόνο σταθεροποίησης των προτύπων δανεισμού, οι τράπεζες έχουν γίνει πολύ πιο risk-off. Τα υψηλότερα επιτόκια έχουν αυξήσει το κόστος των κεφαλαίων, οδηγώντας τις τράπεζες να αυστηροποιήσουν σημαντικά τα πιστωτικά πρότυπα (δηλαδή το guidance ή τα κριτήρια έγκρισης δανείων) το τρίτο τρίμηνο του 2022. Τα πιστωτικά πρότυπα είναι πιθανό να γίνουν ακόμη πιο αυστηρά αυτό το τρίμηνο και η μείωση της ανοχής για ρίσκο των τραπεζών, το υψηλότερο κόστος των κεφαλαίων και οι περιορισμοί του ισολογισμού, θα επηρεάσουν την προσφορά πιστώσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά τους επόμενους μήνες. Η έκταση της καθαρής σύσφιξης είναι παρόμοια με τα επίπεδα που καταγράφηκαν κατά τα πρώτα στάδια της κρίσης Covid-19 το 2020. Ωστόσο, σε σύγκριση με τον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης (GFC), δεν υπάρχει ακόμη πιστωτική κρίση, τονίζει η Allianz.
Το σοκ επιτοκίων είναι ακόμη μπροστά μας στην Ευρώπη: μέση αύξηση 200 μονάδων βάσης για επιχειρήσεις και νοικοκυριά το πρώτο εξάμηνο του 2023
Για τις επιχειρήσεις, η μετακύλιση μεταξύ των επιτοκίων της αγοράς και των τραπεζικών επιτοκίων ιστορικά είναι μεγαλύτερη από αυτή των νοικοκυριών. Στις περισσότερες χώρες, η μετακύλιση είναι επίσης μεγαλύτερη για μικρότερα δάνεια.
Οι ανησυχίες για την ποιότητα του ενεργητικού ενδέχεται να επανεμφανιστούν σύντομα, προειδοποιεί η Allianz. Η σημαντική δημοσιονομική στήριξη εν μέσω της ενεργειακής κρίσης συνεχίζει να καταστέλλει σημαντικά τις χρεοκοπίες. Ωστόσο, οι εταιρικές αφερεγγυότητες αυξάνονται ήδη και οι επιπτώσεις του scarring (μόνιμης οικονομικής ζημιάς) που σχετίζονται με την κρίση θέτουν προκλήσεις στις επιχειρήσεις σε τομείς που έχουν πληγεί σε μεγάλο βαθμό. Οι μεγαλύτερες εταιρείες με πρόσβαση στην αγορά έχουν καλύψει ως επί το πλείστον τις ανάγκες αναχρηματοδότησης μέχρι το επόμενο έτος, γεγονός που τις καθιστά λιγότερο ευαίσθητες στις αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης. Τα μεγάλα αποθέματα μετρητών (+32% πάνω από τα επίπεδα του τέλους του 2019) θα βοηθήσουν επίσης στην αποτροπή του άμεσου στρες ρευστότητας —αλλά μόνο εάν η ύφεση αποδειχθεί μέτρια και βραχύβια και εάν οι τιμές της ενέργειας δεν αυξηθούν πολύ περισσότερο.
Ως αποτέλεσμα, η Allianz αναμένει ότι οι πτωχεύσεις θα αυξηθούν τους επόμενους μήνες και θα ξεπεράσουν τα προ πανδημίας επίπεδα στις αρχές του 2023, και στη συνέχεια θα επιταχυνθούν (+19% σε παγκόσμιο επίπεδο). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Allianz, τα τρέχοντα μέτρα κρατικής στήριξης μειώνουν την αύξηση των πτωχεύσεων κατά 12% ποσοστιαίες μονάδες (ή “σώζουν” 2.600 επιχειρήσεις) το 2022 και το 2023.
Το 2023, οι περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων θα αυξήσουν το κόστος χρηματοδότησης των επιχειρήσεων: Η Allianz αναμένει αύξηση των επιτοκίων τραπεζικών δανείων κατά 200 μονάδες βάσης που θα μπορούσε να μειώσει τα περιθώρια κέρδους κατά 3 μονάδες βάσης στην Ευρωζώνη, με την Ιταλία, την Ισπανία και τη Γαλλία να επηρεάζονται περισσότερο.

Η άνοδος του χρέους των επιχειρήσεων σε νέα ρεκόρ σε απόλυτες τιμές, σε συνδυασμό με την παγκόσμια σύσφιξη των χρηματοοικονομικών συνθηκών, αναμένεται να εντείνουν τα έξοδα για τόκους και να αυξήσουν το κόστος των εταιρειών. Αυτό εγκυμονεί κινδύνους για εταιρείες με χαμηλότερη αξιολόγηση και υψηλή μόχλευση. Όπως προβλέπει, περαιτέρω αυξήσεις του επιτοκίου πολιτικής θα αυξήσει τα μέσα επιτόκια για τις επιχειρήσεις κατά επιπλέον 200 μονάδες βάσης έως στα μέσα του 2023, κάτι που με τη σειρά του θα μειώσει τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων κατά περισσότερο από 3 μονάδες. Η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία κινδυνεύουν περισσότερο.
Σε ό,τι αφορά τα νοικοκυριά, η Allianz εκτιμά πως η μετακύλιση τη αύξησης των επιτοκίων είναι πιθανό να φτάσει τις 210 μονάδες βάσης κατά μέσο όρο.

Τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης αμβλύνουν το πλήγμα των υψηλών τιμών της ενέργειας στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, εξοικονομώντας εγχώρια ζήτηση που ισοδυναμεί με 1,7% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο (πάνω από 1.300 ευρώ ανά νοικοκυριό). Ωστόσο, το σοκ των επιτοκίων αναμένεται να χτυπήσει τα νοικοκυριά το 2023 καθώς η μέση μετακύλιση από το επιτόκιο πολιτικής στα τραπεζικά επιτόκια κυμαίνεται μεταξύ τεσσάρων μηνών στην Ιταλία και την Ισπανία και έως και έξι μήνες στη Γερμανία και τη Γαλλία, και η Allianz αναμένει πως οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ θα κορυφωθούν στο α’ τρίμηνο του 2023.
Εξετάζοντας το μερίδιο των δανείων με κυμαινόμενα επιτόκια (δηλαδή λιγότερο από 10% των συνολικών δανείων, έναντι σχεδόν 40% πριν από το 2012), εκτιμά ότι η απώλεια σε όρους αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών θα είναι κατά μέσο όρο 1%, σχεδόν 500 ευρώ ανά νοικοκυριό.
Οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών μετά την Covid-19 μπορούν ακόμα να αντισταθμίσουν μέρος του σοκ των επιτοκίων, ωστόσο, οι περισσότερες πλεονάζουσες αποταμιεύσεις οφείλονται σε συσσώρευση λόγω της αβεβαιότητας και δεν αποτελούν ένδειξη ανθεκτικότητας. Οι δαπάνες για τόκους το 2023 θα αντιπροσώπευαν περίπου το 20% έως 30% της συνολικής εξοικονόμησης μετά την Covid στη Γερμανία και τη Γαλλία, το 45% στην Ιταλία και περισσότερο από το 50% στην Ισπανία, όπως υπολογίζει η Allianz.
